- Λευκοφρύνης
- Λευκοφρύνηfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λευκόφρυς — Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Αρχαία πόλη κοντά στον ποταμό Μαίανδρο της Μικράς Ασίας, με θερμή λίμνη, της οποίας το νερό ανανεωνόταν διαρκώς και ήταν πόσιμο. Στην περιοχή της υπήρχε ναός της Αρτέμιδος Λευκοφρύνης, έργο του αρχιτέκτονα Ερμογένη… … Dictionary of Greek
λεύκοφρυς — Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Αρχαία πόλη κοντά στον ποταμό Μαίανδρο της Μικράς Ασίας, με θερμή λίμνη, της οποίας το νερό ανανεωνόταν διαρκώς και ήταν πόσιμο. Στην περιοχή της υπήρχε ναός της Αρτέμιδος Λευκοφρύνης, έργο του αρχιτέκτονα Ερμογένη… … Dictionary of Greek